Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

ΜΑΚΕΔΩΝ... ΜΕΡΟΣ...[ Β ] Ο ΜΑΚΕΔΟΝΑΣ ΚΑΙ Η ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Ο Διόδωρος αναφέρει ότι οι Αιγύπτιοι ισχυρίζονται ότι οι σημερινοί άνθρωποι είναι απόγονοι ενός ζευγαριού που δημιουργήθηκε πρώτο στην Αίγυπτο, καθώς και ότι από τον Ελλήσποντο μέχρι την Αττική, την Πελοπόννησο και την Κρήτη, άρα η χώρα που σήμερα λέγεται Ελλάδα, ονομάζονταν από τους Αιγυπτίους Μακεδονία, όνομα που πήρε από το Μακεδόνα, το γιο του βασιλιά της Αιγύπτου Όσιρι και της Ίσιδας. Ο Μακεδόνας έγινε λέει βασιλιάς της χώρας αυτής, όταν την κατέκτησαν οι Αιγύπτιοι επί βασιλείας του Όσιρη, πρβ:

«Οι Αιγύπτιοι υποστηρίζουν ότι κατά τη γένεση του παντός, οι πρώτοι άνθρωποι δημιουργήθηκαν στην Αίγυπτο και από εκεί διασκορπίστηκαν στα διάφορα μέρη της γης και αυτό επειδή το κλίμα της Αιγύπτου είναι εύκρατο και εξ αιτίας της φύσης (γονιμότητας) του Νείλου….». ( Διόδωρος Σικελιώτης βίβλος 1, 10)

«Του Όσιρι γιοι ήσαν ο Ανούβιος και ο Μακεδόνας που ξεχώριζαν για την ανδρεία τους. Φορούσαν στοιχεία από ζώα στον εξοπλισμό τους. Ο Ανούβιος φορούσε σκύλου και ο Μακεδόνας προτομή λύκου……... Ο Όσιρις γυρνώντας τον κόσμο πέρασε από τον Ελλήσποντο στην Ευρώπη. Στη Θράκη σκότωσε τον βασιλιά των βαρβάρων Λυκούργο που εναντιώθηκε στις πράξεις του, ενώ τον Μάρωνα που ήταν γέρος τον άφησε να επιβλέπει την καλλιέργεια των φυτών που είχε εισάγει στη χώρα του και ονομάστηκε Μαρώνεια. Τον γιο του τον Μακεδόνα άφησε βασιλιά στη χώρα που ονομάστηκε απ΄ αυτόν Μακεδονία, ενώ στον Τριπτόλεμο ανέθεσε την επιμέλεια της γεωργίας στην Αττική…..». ( Διόδωρος Σικελιώτης βίβλος 1, 18-20 μετάφραση από τις εκδόσεις «Κάκτος»).

2.H ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ.............
Η γλώσσα και η γραφή των αρχαίων Μακεδόνων ήταν πάντα ελληνική, όπως πιστοποιείται από τα αρχαία γραπτά μνημεία (πινακίδες, νομίσματα κλπ) και από τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων, πρβ: «Εκεί (στην Ινδία) είδαν (οι ναύτες τους Νέαρχου) κάποιον που φορούσε Ελληνική χλαμύδα, φερόταν όπως οι Έλληνες και μιλούσε Ελληνικά. Οι πρώτοι που τον είδαν λένε ότι έβαλαν τα κλάματα. Τόσο αναπάντεχο τους φάνηκε, μετά από τόσες συμφορές, να αντικρύσουν ένα Έλληνα και να ακούσουν την Ελληνική γλώσσα. Τον ρώτησαν από πού έρχεται και ποιος είναι. Τους είπε ότι είχε φύγει από το στρατόπεδο του Αλέξανδρου και ότι το στρατόπεδο και ο ίδιος ο Αλέξανδρος δεν είναι μακριά. Χειροκροτώντας και φωνάζοντας πήγαν στον Νέαρχο (Αρριανός, Ινδική, 4,33, σελίδα 195). Επίσης ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος γράφει «…οι Αιτωλοί, οι Ακαρνανοί και οι Μακεδόνες, άνδρες ομοίας γλώσσης, ενωμένοι ή χωρισμένοι λόγω ασήμαντων αιτιών οι οποίες εμφανίζονται από καιρού εις καιρόν…» (Λίβιος, Ιστορία της Ρώμης, βιβλίο ΧΧΧ παρ. ΧΧΙΧ).
Οι Αιτωλοί και Ακαρνάνες ήσαν αναμφισβήτητα Ελληνικές φυλές. Σε μια άλλη περίσταση ο Λίβιος γράφει: «…(Ο Στρατηγός Paulus) κάθισε στο επίσημο κάθισμά του περιτριγυρισμένος από πλήθος Μακεδόνων…οι ανακοινώσεις του μεταφράστηκαν στην Ελληνική και επαναλήφθηκαν από τον πραίτορα Gnaeus Octavius…». (Λίβιος, Ιστορία της Ρώμης, β. ΧLV, παρ. ΧΧΙΧ). Εάν το πλήθος των Μακεδόνων σ' αυτή τη συγκέντρωση δεν μιλούσε Ελληνικά, γιατί οι Ρωμαίοι αισθάνθηκαν την ανάγκη να μεταφράσουν το λόγο του Paulus στα Ελληνικά;
Σημειώνεται ότι:
α) Επειδή η αρχαία Ελλάδα δεν ήταν ένα ενιαίο κράτος, αλλά πάρα πολλά, το κάθε ένα από αυτά είχε αναπτύξει και τη δική του γλώσσα (σήμερα λέμε διάλεκτο) - ο λόγος και για τον οποίο οι αρχαίοι συγγραφείς λένε π.χ.: «Ο Αλέξανδρος ανεβόα Μακεδονιστί.», «γλώσσα Μακεδονική» «γλώσσα Ελληνική» emoticon smile η κοινή) κ.α., αλλά και π.χ.: Φίλιππος ο Μακεδών, ο Μίνωας ο Κρης, Απολλόδωρος ο Αθηναίος κ.α.
β) Χοντρικά οι αρχαίες Ελληνικοί διάλεκτοι-γλώσσες ήσαν: η Δωρική (την μίλαγαν Σπαρτιάτες, Μακεδόνες κ.α.), η Ιωνική (την μίλαγαν οι Αθηναίοι, οι νησιώτες κ.α.) και η Αιολική (την μίλαγαν οι Θεσσαλοί κ.α.). Κάτι που ισχύει, λίγο ή πολύ, ακόμη και σήμερα, πρβ π.χ. «Ιντα κάνεις» (Κρητικά) = «Τι κάνεις» (κοινά).
Μια διαφορά π.χ. που έχει η γλώσσα των Μακεδόνων από τις άλλες Ελληνικές ήταν λέει η εξής: «Οι Δέλφιοι δεν χρησιμοποιούν το Β στη θέση του φ, όπως οι Μακεδόνες που λένε Βίλιππος, Βαλακρός και Βερονίκη, αλλά αντί του π. Έτσι αυτοί λένε φυσικά το «πατείν» «βατείν» και το «πικρον» «βικρόν». «Οβύσους» emoticon smile μήνας χρησμών) λοιπόν, είναι «Οπυσούς»…

3. Η ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ".............
Ο Στράβωνας αναφέρει ότι η Μακεδονία, που παλιότερα λέγονταν Ημαθία, ονομάστηκε έτσι από το όνομα κάποιου παλιοιύ ηγεμόνα της (εννοεί το γιο του Δίας και της Πανδώρας, όπως θα δούμε πιο κάτω), του Μακεδόνα, πρβ: «Ότι Ημαθία εκαλείτοι πρότερον η νυν Μακεδονία. Ελαβε δε τούνομα τούτο απ αρχαίου τινός των ηγεμόνων Μακεδόνος. Ην δε και πόλις Ημαθία προς θαλάσση (Στράβων γεωγραφικά Ζ, απόσμασμα 11),
Ο Στέφανος Βυζάντιος στη λέξη «Μακεδονία» αναφέρει ότι η Μακεδονία, η οποία λέγονταν και Μακέτια, ονομάστηκε έτσι από τον Μακεδόνα, που σύμφωνα με τον Ησίοδο (βλέπε Ηοίαι ή Κατάλογος Γυναικών) ήταν γιος του Δία και της Θύιας (η Θύια από τον Ησίοδο λέγεται και Πανδώρα, επειδή στο γάμο της όλοι οι Θεοί της εκαναν και από ένα δώρο) και αδελφός του Γραικού και του Μάγνη και κατά τον Ελλάνικο γιος του Αιόλου (γιου του Έλληνα και αδελφού του Δώρου και του Ξούθου), πρβλ: «Μακεδονία, η χώρα από Μακεδόνος του Διός και Θυιας της Δευκαλίωνος, ως φησίν Ησίοδος ο ποιητής… αλλοι δ’ από Μακεδόνος του Αιόλου, ως Ελλάνικος ιερειών πρωτη των εν Άργει <και Μακεδόνος του Αιόλου ούτω νυν Μακεδόνες καλούνται, μόνοι μετά Μυσών τότε οικούντες….. Το θνικόν Μακεδών ομοφώνως τω κτιστή, κοινόν τω γενει, και Μακεδονίς Θηλυκώς, και Μακεδών αντι Μακεδονικός. Λέγεται και Μακεδόνιος και μακεδονική η χώρα. Λέγετι και Μακέτης αρσενικώς και μακέτις γυνή και Μάκεσσα επιθετικώς, ως ηρακλείδης, και Μακεττα δια δυο ττ και δι ενός τ.»…. Λεγεται δε και Μακεδονίας μοίρα Μακετία, ως Μαρσύας εν πρωτω Μακεδονικών <και την Ορεστείαν δε Μακετίαν λέγουσι από του Μακεδόνος>. Αλλά και όλην Μακεδονία Μακετία οίδεν ονομαζομένην Κλείδημος εν πρωτω Ατθίδος».
Ετυμολογικά τα ονόματα «Μακεδονία - Μακεδών, Μαγνησία - Μάγνης, Μακέτια - μακέτης» προέρχονται από τη δωρική ρίζα μακ- από την οποία παράγονται και τα: μάκος ή ιωνικά μήκος, magnus = μέγας = μακρύς, μακαρόνια κ.α., καθώς και τα σύνθετα: Μακεδονία, μακεδανός – Μάκεδνος και μακεδνός,η,ο κ.α.
Από το Μακεδόν(ιος) αντι μακεδονικός > Μακεδών κ.α.
Στην Οδύσσεια (η’ 106) αναφέρεται «Αι δ’ ιστούς υφόωσι και ηλακατα στρωφώσιν ημέναι, οία τε φύλλα μακεδνής αιγείρειο», όπου το επίθετο «μακεδνός,ή,ος» μεταφράζεται σε ευμήκη, δηλαδή με μάκος ή ιωνικά μήκος και συνεπώς «Μάκεδνος» σημαίνει ο μακέτης (ευμήκης, ψηλός) εννοείται άντρας και Μακεδόνες = οι ευμήκεις ή «Μακεδονία» = η ευμήκη, η μακρά χώρα (έδρα).
Πιο σωστά, η ονομασία «Μακέδ(α)νος» είναι φανερό ότι είναι σύνθετη από τις απλές λέξεις «μάκος» emoticon smile ιωνικά μήκος) και «έδ(α)νος » ή «εδ(α)νός». Η λέξη «μάκος» ή ιωνικά μήκος = το μάκ(ρ)ος, απ΄όπου και τα: μεγας, μειζων, magnus, grand, μακαρόνι … Διάφορο είναι το: «μάκκος» (με δυο κκ) ή νεότερα «μάκος». Η λέξη «εδανός» (Ιλ Ξ 172) (με τόνο στην κατάληξη) σημαίνει ο ευχάριστος, ο εύοσμος, «έδνον» = το γλυκύ, το εύγευστο, εύοσμο κ.α., από το «εδος > ηδύ» και το «ήδος, ήδομαι» = ευχαριστούμαι. Με αυτή την ετυμολογία «μακέδνος» σημαίνει ο μακέτης (ο μακρύς, ψηλός) και εδανός (γλυκύς, συμπαθής, ωραίος) εννοείται άντρας. Η λέξη «έδ(α)νος,η,ο» (με τόνο στο θέμα σημαίνει είτε η χώρα (πργ: «η έδρα > το έδρανο», η Δωρίδα, κοιτίδα των Δωριέων) είτε το δώρο – τα δώρα (από το έδνα, εδνάομαι-ώμαι, εδνόω-ώ = δώρα, δωρίζω), άρα «έδνοι» - μακ-εδνοι= οι Δωριείς - υπενθυμίζεται ότι οι Μακεδόνες είναι δωρικής καταγωγής. Με αυτή την ετυμολογία «μακέδνος» = ο μακετης (ο μακρύς, ψηλός) Δωριεύς (πρβ και «Δωριείς τριχάικες») και Μακεδονία = η μεγάλη Δωρίδα.

4. Η ΧΩΡΑ ΚΑΙ Η ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ
Ο Στράβωνας αναφερόμενος στα όρια της Μακεδονίας αναφέρει: «‘Ότι η Μακεδονία, περιορίζεται εκ μεν δυσμών τη παραλία του Αδρίου, εξ ανατολών δε τη παραλήλλω ταυτης μεσημβρινή γραμμή τη δια των εκβολών Έβρου ποταμού και Κυψέλων πόλεως, εκ βορρά δε τη νοουμένη ευθεία γραμμή τη δια του Βερτίκου όρους και Σκάρδου και Ορβήλου και Ποδόπης και Αίμου’ τα γαρ όρη ταύτα, αρχόμενα από του Αδρίου , διήκει κατά ευθείαν γραμμήν έως του Ευξείνου…. Εκ νότου δε τη Εγνατία οδώ από Δυρραχίου πόλεως προς ανατολας ιούση εως Θεσσαλονικείας’ και έτσι το σχήμα τουτο της Μακεδονίας παραλληλογραμμον έγιστα (Στράβων Ζ απόσμασμα 1ο).
Ο Θουκυδίδης (Ε και Ζ) αναφέρει ότι η Μακεδονία διακρίνονταν σε δυο μεγάλα γεωγραφικά διαμερίσματα, την άνω και κάτω Μακεδονία. Ο Ξενοφώντας (Ελληνικά Ε) αναφέρει ότι η μεγαλύτερη πόλη της Μακεδονίας ήταν η Πέλλα και ο Ηρόδοτος ονομάζει Μακεδονία την πέρα της Πρασιάδας λίμνης και του Δυσώδους όρους χώρα που ορίζεται προς Ν. από τον Πηνειό και τον Όλυμπο.
Πρωτεύουσα των Μακεδόνων ήταν αρχικά η Έδεσα, αφού ο Περδίκκας , 7ος αι. π.Χ., ίδρυσε άλλη στις Αιγές emoticon smile η Βεργίνα). Από εκεί τον 5ο αι. π.Χ. μεταφέρθηκε από τον Αρχέλαο στην Πέλλα. Σήμερα (ήδη από τους βυζαντινούς χρόνους) πρωτεύουσα της Μακεδονίας είναι η Θεσσαλονίκη.
Ο Σκύλακας (Ελλάδος Περιήγησις), σχετικά με τη χώρα των Μακεδόνων, αναφέρει: «Από δε Πηνετού ποταμού Μακεδόνες εισίν έθνος και κόλπος Θερμαίος. Πρώτη πόλις Μακεδονίας Ηράκλειον, Δίον, Πύδνα πόλις Ελληνίς. Μεθώνη πόλις Ελληνίς και Αλιάκμων ποταμός, Αλωρός πόλις και ποταμός Λυδίας, Πέλλα πόλις και βασίλειον εν αυτή και ανάπλους εις αυτήν ανά τον Λυδίαν. Άξιος ποταμός, Εχέδωρος ποταμός, Θέρμη πόλις. Αίνεια Ελληνίς, Παλλήνη άκρα μακρά εις το πέλαγος ανατείνουσα, και πόλεις αίδε εν τη Παλλήνη Ελληνίδες. Ποτίδαια εν τω μέσω το ισθμόν εμφράττουσα, Μένδη, Άφυτις, Θραμβηϊς, Σκιώνη, Κανάστραιον της παλλήνης ιερόν ακρωτήριον. (Σκύλακας, Περίπλους- περί Μακεδονίας)
Επαρχίες της Μακεδονίας : Αλμωπία, Βισαλτία, Βοτιαία, Ελιμία, Εορδαία, Ηδωνίς, Ημαθία, Κρηστωνία, Λύγκηστίς, Μυγδονία, Οδομαντική, Ορεστειάς, Παιονία, Πελαγονία, Πιερία, Σιντική, Χαλκιδική.
Πόλεις : Αιγαί, Πέλλα, Βεργίνα, Ορεστίς, Άργος Ορεστικόν, Ηράκλεια, Δίον, Θεσσαλονίκη, Αμφίπολις, Φίλιπποι, Μεθώνη, Πύδνα, Αντιγόνεια, Γαρησκός, Όλυνθος, Αιανή, Εράτυρα, Γορτυνία, Αταλάντη, Ειδομένη, Γορτυνία, Άρνισσα, Απολλωνία κ. α.
Όρη: Όλυμπος, Άσκιον, Βέρμιον, Βερνόν,Βόιον, Βόρας, Βαρνούς, Κερκίνη, Μεσσάπιον, Πιέρια όροι κ.α.
Σημειώνεται επίσης ότι:
1) Ο Ηρόδοτος λέει ότι στη Μακεδονία εκτός από τους Μακεδόνες ζούσαν και ορισμένα άλλα φύλα, όπως οι Παίονες κ.α., πρβ: «Διελθών, ο Ξέρξης, δε πλησίον από τους Παίονας, τους Δόβηρας και τους Παιόπλας, οι οποίοι κατοικούν προς βορράν του Παγγαίου, επορεύετο προς δυσμάς, μέχρις ου έφθασεν εις τον Στρυμόνα και την Ηδωνικήν πόλιν Ηϊόνα, την οποίαν εκυβέρνα τότε ο Βόγης».
Σύμφωνα με τον Όμηρο, οι Παίονες ήσαν και αυτοί Πελασγικής καταγωγής, άρα Ελληνικά φύλλα, πρβ: «οι τοξοφόροι Παίονες, των Πελασγών το θείον Γένος» Ιλιάδα, Κ 450-455, μετάφραση ΠΟΛΥΛΑ). Ωστόσο οι Παίονες κατά τα Περσικά, επειδή πήγαν με το μέρος των Περσών, έφυγαν από το φόβο της εκδίκησης των Μακεδόνων και πήγαν στη Μ. Ασία, προκειμένου να έχουν την προστασία των Περσών. Στη Μακεδονία κατοικούσαν και οι Αγριάνες, που βοήθησαν το Μ. Αλέξανδρο στην εκστρατεία του στην Ασία και που σήμερα πιστεύεται ότι αυτοί είναι οι καλούμενοι Πομάκοι.
2) Γείτονες των Μακεδόνων ήσαν οι Θράκες (φύλα ελληνικά), οι Σκύθες (περιοχή σημερινής Ρουμανίας) και οι Ιλλυριοί emoticon smile τα φύλα πάνω από την Ήπειρο).

5. ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΚΑΙ Η ΚΤΙΣΗ (ΙΔΡΥΣΗ) ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Ο Στράβωνας αναφέρει ότι η Θεσσαλονίκη, η οποία πρωτύτερα ονομάζονταν Θέρμη, κτίστηκε από τον Κάσσανδρο, συνοικισθείσα από τους πέριξ οικισμούς: Θέρμη, Κισσόν κ.α. Αναφέρει επίσης ότι ο Κάσσανδρος ονόμασε την πόλη αυτή Θεσσαλονίκη προς χάρη της γυναίκας του, της Θεσσαλονίκης, η οποία ήταν κόρη του Φιλίππου Β και ετεροθαλή αδελφή του Μ. Αλέξανδρου, πρβ: «Ότι μετά τον Αξιόν ποταμόν η Θεσσαλονίκη εστί πόλις, ή πρότερον Θέρμη εκαλείτο΄ κτίσμα δ’ εστί Κασσανδρου, ος επι τω ονόματι της εαυτού γυναικός, παιδός εν Φιλίππου του Αμύντου, ωνόμασε’ μετώκισε δε τα πέριξ πολίχνια εις αυτήν, οιον Χαλάστραν, Αινέαν, Κισσόν και τινα άλλα. Εκ δε του Κισσού τούτου υπονοήσειεν αν τις γενέσθαι και τον παρ’ Ομήρω Ιφιδαμαντα, ου ο πάππος Κισσευς έθρεψεν αυτόν, φησίν, εν Θρηκη, ή νυν Μακεδονία. (Στράβων Γεωγραφικά, απόσπασμα Ζ 25)
Σύμφωνα με τον Όμηρο η Θέρμη ήταν η κυριότερη πόλη του Θερμαϊκού, πρβ: «Θέρμη δε εν τη εντω Θερμαίω κόλπο οικημένη, απ ης και ο κόλπος ούτος την επωνυμίην έχει (Όμηρος Ζ 121)
Ο Στέφανος Βυζάντιος, στην ονομασία «Θεσσαλονίκη, αναφέρει: «Θεσσαλονίκη, πόλις Μακεδονίας, ήτις άρα εκαλειτο Αλία, Κασανδρου κτίσμα…. ή ότι ο Φίλιππος του Αμύντου εκεί τους Θετταλούς νικήσας ούτως εκάλεσε. Λούκιος δε ο Ταρραίος περί Θεσσαλονίκης βιβλίον έγραψεν, ος φησίν ότι ο Φίλιππος θεασαμνος κόρην ευπρεπή και ευγενή (Ιάσονος γαρ ην αδελφή) έγημε, και τεκούσα τη εικοστη ημερα της λοχειας τεθνηκεν. Αναλαβών ουν ο Φίλιππος το παιδίον εδωκε Νίλη τρεφειν και εκάλεσε Θεσσαλονίκην, η γαρ μητηρ του παιδίου Νικασίπολις εκεκλητο. Στραβων δε Θεσσαλονικειαν αυτήν φησί. Το εθνικό Θεσσαλονικευς.»
Επομένως η Θεσσαλονίκη , σύμφωνα και με τις δυο μαρτυρίες, κτίστηκε από τον Κάσσανδρο και ονομάστηκε έτσι είτε επειδή εκεί οι Μακεδόνες επί Φιλλίπου Β’ είχαν νικήσει τους Θεσσαλούς (Θεσσαλονίκη = νίκη κατά των Θεσσαλών) είτε για χάρη της γυναίκας του Κάσανδρου και κόρης του Φιλίππου, της Θεσσαλονίκης, που η γυναίκα αυτή ονομάστηκε έτσι, επειδή οι Μακεδόνες είχαν νικήσει τους Θεσσαλούς (Θεσσαλονίκη = η Νίκη επί των Θεσσαλών).
Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από μια βάση αρχαίου αγάλματος που βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη (φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης) και αναφέρει «ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΝ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΝ».
Σημειώνεται επίσης ότι ο Φίλιππος Β’, ως γνωστό, νίκησε κατά τη διάρκεια του Γ' Ιερού Πολέμου (355-352 π.Χ.) το στρατό των Θεσσαλών, άρα η πόλη της Θεσσαλονίκη κτίστηκε από τον Κάσσανδρο κάπου μεταξύ 352 - 316 π.Χ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
Η ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ
- ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΣΥΜΜΑΧΙΑ-
ΚΑΙ Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΙΑ & ΑΦΡΙΚΗ.............

1. Η ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ
Μετά την απόκρουση των Περσών δια του κοινού αγώνα, λέει ο Θουκυδίδης (Α 17), ο εθνικός σύνδεσμος των Ελλήνων που είχε δημιουργηθεί για την απόκρουση των Περσών διατηρήθηκε μόνο λίγο καιρό και μετά αρχίζουν μακροχρόνιες εμφύλιες συγκρούσεις (Πελοποννησιακός, Βοιωτικός κ.α. πόλεμοι κ.α.), πολλές φορές και με την ανάμειξη και των Περσών, για τα πρωτεία, δηλαδή για το ποιος θα ηγεμονεύει τους άλλους. Αρχικά οι Έλληνες χωρίστηκαν σε δυο ομάδες. Από τη μια οι Σπαρτιάτες με τους συμμάχους τους και από την άλλη οι Αθηναίοι με τους συμμάχους τους, που πότε νικούσαν οι πρώτοι και πότε οι άλλοι.
Προ αυτής της κατάστασης εκμεταλλεύτηκε - παρουσιάστηκε στο προσκήνιο μια νέα Ελληνική δύναμη, το συγκεντρωτικό στρατιωτικό κράτος των Μακεδόνων, που μέχρι τότε αναπτύσσονταν στο παρασκήνιο. Ειδικότερα και σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς:
Το 359 π.Χ. ο βασιλιάς των Μακεδόνων Περδίκας Γ' σκοτώνεται σε μάχη εναντίον των Ιλλυριών και το θρόνο τον διαδέχεται ο Φίλιππος Β (359-336)', ο οποίος μαζί με το γιο του Αλέξανδρο Γ’ έμελε να κάνουν τη Μακεδονία πρώτη δύναμη στον κόσμο..
Το 357 π.Χ. ο Φίλιππος Β΄ κατέλαβε την Αμφίπολη και την Πύδνα,.
Το 356 π.Χ. ο Φίλιππος Β’ νικά και απωθεί τους Ιλλυριούς. Ο Ισοκράτης, στον « Περί Ειρήνης » λόγο του, διατυπώνει την Πανελλήνια Ιδέα. Την ίδια χρονιά γεννιέται ο Αλέξανδρος Γ'. Την ίδια χρονιά ο Φίλιππος κατέλαβε την Ποτίδαια και τα μεταλλεία χρυσού της Θράκης και στη συνέχεια κατέπνιξε την εξέγερση των Ιλλυριών, Παιόνων και Θρακών και εξασφάλισε έτσι τα βόρεια σύνορά του. Γι' αυτό, όταν κατά το Β΄ Ιερό πόλεμο (355-346 π.Χ.) οι Φωκείς εισέβαλαν στη Θεσσαλία, δέχτηκε την πρόσκληση των Θεσσαλών για βοήθεια, καθώς ήταν ευκαιρία να επέμβει στα πράγματα της νότιας Ελλάδας. Αφού έδιωξε τους εισβολείς Φωκείς, έγινε συγχρόνως κύριος όλης της Θεσσαλίας και εμφανίστηκε στα μάτια των Ελλήνων ως προστάτης του ιερού των Δελφών.
Το 357 π.Χ. ο Φίλιππος Β', επιχειρώντας να προσεγγίσει το βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου, παντρεύεται την ανιψιά του Ολυμπιάδα
Το 352 π.Χ. ο Φίλιππος Β΄ εκστράτευσε στη Θράκη και έφτασε μέχρι την Προποντίδα και το 349 π.Χ. κατέλαβε την Όλυνθο, παρά την αντίδραση του Αθηναίου ρήτορα Δημοσθένη. Η αδιαφορία των Αθηναίων τον κατέστησε κύριο σε ολόκληρη τη Χαλκιδική. Ύστερα από την επιτυχία του αυτή έκλεισε με τους Αθηναίους τη Φιλοκράτειο ειρήνη (346 π.Χ.). και αμέσως μετά κατέλαβε τη Φωκίδα.
Το 344 π.Χ. οι Θεσσαλοί εξέλεξαν το Φίλιππο Β’ άρχοντα τους και στη συνέχεια έγιναν σύμμαχοί του η Μεσσηνία, η Μεγαλόπολη, το Αργος, η Ήλιδα, η Εύβοια, η Ήπειρος και η Θράκη.
Ο Γ΄ Ιερός πόλεμος (339 π.Χ.) έδωσε την ευκαιρία στον Φίλιππο να καταλάβει την Άμφισσα και την Ελάτεια και άφησε να φανεί η πρόθεσή του για μια νέα οριστική αναμέτρηση με τη νότια Ελλάδα.
Η αναμέτρηση έγινε στη Χαιρώνεια το 338 π.Χ., όπου σύντριψε τους ενωμένους Αθηναίους, Θηβαίους, Φωκείς, Κορινθίους και Αχαιούς.
Ύστερα υπέταξε όλη τη Νότια Ελλάδα και στις πόλεις διόρισε ολιγαρχικές κυβερνήσεις από "φιλιππίζοντες".
Σημειώνεται ότι:
1) Ο Διόδωρος Σικελιώτης, σχετικά με την ανάδειξη των Μακεδόνων, λέει (σε νέα Ελληνική από τις εκδόσεις «κάκτος»): «Ο Βασιλιάς Φίλιππος, γιος του Αμύντα, βασίλεψε στη Μακεδονία 24 χρόνια κι ενώ ξεκίνησε με ελάχιστες προϋποθέσεις, έχτισε το βασίλειό του έτσι ώστε να γίνει το σημαντικότερο στην Ευρώπη κι έχοντας παραλάβει τη Μακεδονία σκλαβωμένη στους Ιλλυριούς, την έκανε κυρία πολλών και μεγάλων εθνών και πόλεων. Ένεκα της ικανότητάς του και μόνο, ανέλαβε την ηγεμονία όλης της Ελλάδας με τη συγκατάθεση των πόλεων που εκούσια υποτάχτηκαν σ’ αυτόν έχοντας υποτάξει μετά από πόλεμο εκείνους που λεηλάτησαν το ιερό στους Δελφούς κι έχτισε το μαντείο, κέρδισε τη συμμαχία του Συνεδρίου των Αμφικτυόνων και, λόγω της ευσέβειας του προς τους Θεούς, έλαβε ως έπαθλο της ψήφου των νικημένων Φωκέων. Στη συνέχεια, όταν νίκησε με πόλεμο τους Ιλλυριούς, τους Παίονες, τους Θράκες, τους Σκύθες και όλα τα γειτονικά έθνη, σχεδίασε την κατάλυση της Περσικής Αυτοκρατορίας. Διαβιβάζοντας τα στρατεύματά του στην Ασία, ελευθέρωνε τις Ελληνικές πόλεις, αλλά τον πρόλαβε η μοίρα. Άφησε τόσο πολυάριθμες και ισχυρές δυνάμεις που ο γιος του ο Αλέξανδρος δεν είχε ανάγκη να αναζητήσει συμμάχους στην προσπάθειά του να καταλύσει την Περσική ηγεμονία….» (Διόδωρος 16.1)
2) Ο Θουκυδίδης, σχετικά με τους Μακεδόνες και την ανάπτυξή τους αναφέρει (σε νέα Ελληνική από τον εθνάρχη Ελ. Βενιζέλο): « Ο στρατός λοιπόν του Σιτάλκου (βασιλιά της Θράκης) συνεκεντρώνετο εις την Δόβηρον και ητοιμάζετο να κατέλθη από τα υψώματα, δια να εισβάλη εις την Κάτω Μακεδονίαν, επί της οποίας εβασίλευεν ο Περδίκκας. Διότι υπάρχει και Άνω Μακεδονία, εις την οποίαν κατοικούν οι Λυγκησταί και οι Ελιμιώται και άλλα φύλα, τα οποία είναι μεν σύμμαχα και υπήκοα των κάτω Μακεδόνων, αλλ' έχουν βασιλείς ιδικούς των. Αλλά την περί την θάλασσαν εκτεινομένην χώραν, η οποία καλείται σήμερον Μακεδονία, κατέκτησαν πρώτον και εβασίλευσαν επ' αυτής ο πατήρ του Περδίκκα Αλέξανδρος και οι πρόγονοί του Τημενίδαι, οι οποίοι κατήγοντο αρχικώς από το Άργος, και οι οποίοι εξεδίωξαν δια της βίας των όπλων από μεν την Πιερίαν τους Πίερας, οι οποίοι εγκατεστάθησαν βραδύτερον εκείθεν του Στρυμόνος εις Φάγρητα και άλλα μέρη υπό το Παγγαίον (και μέχρι σήμερον δ' ακόμη η εις τους πρόποδας του Παγγαίου προς την θάλασσαν χώρα καλείται κοιλάς της Πιερίας), και από την καλουμένην Βοττίαν τους Βοττιαίους, οι οποίοι είναι σήμερον γείτονες της Χαλκιδικής. Κατέκτησαν ωσαύτως από την Παιονίαν λωρίδα γης, εκτεινομένην από το εσωτερικόν κατά μήκος του Αξιού προς την Πέλλαν και την θάλασσαν, και εξουσιάζουν ήδη πέραν του Αξιού μέχρι του Στρυμόνος την καλουμένην Μυγδονίαν, εκδιώξαντες απ' αυτήν τους Ηδώνας. Επίσης εξεδίωξαν από την καλουμένην σήμερον Εορδίαν τους Εορδούς, εκ των οποίων οι μεν πολλοί κατεστράφησαν, ολίγοι δε έχουν εγκατασταθή περί την Φύσκαν, και από την Αλμωπίαν τους Άλμωπας. Το ούτω συγκροτηθέν βασίλειον των Τημενιδών κατέκτησε και εξουσιάζει μέχρι σήμερον τα διαμερίσματα άλλων φύλων, όπως τον Ανθεμούντα, την Γρηστωνίαν, την Βισαλτίαν, και πολύ μέρος της καθαυτό Μακεδονίας. Ολόκληρον, εν τούτοις, το κράτος τούτο ονομάζεται Μακεδονία, και βασιλεύς αυτού, κατά τον χρόνον της εισβολής του Σιτάλκου, ήτο ο υιός του Αλεξάνδρου Περδίκκας. Οι Μακεδόνες αυτοί, μη δυνάμενοι ν' αμυνθούν εναντίον της εισβολής τόσον μεγάλου στρατού, απεσύρθησαν εις τας εκ φύσεως οχυράς θέσεις και τα φρούρια, όσα υπήρχαν εις την χώραν. Τοιαύτα όμως φρούρια δεν υπήρχαν πολλά, διότι βραδύτερον μόνον ο υιός του Περδίκα Αρχέλαος, όταν έγινε βασιλεύς, οικοδόμησεν όσα σήμερον υπάρχουν εις την χώραν, εχάραξεν ευθείς δρόμους, και καθ' όλα τα άλλα ερρύθμισε τα του πολέμου δι' οργανώσεως του ιππικού και της προμηθείας όπλων και των λοιπών εφοδίων, καλλίτερα από όλους τους προ αυτού οκτώ βασιλείς. Ο στρατός των Θρακών, εκκινήσας από την Δόβηρον, εισέβαλε πρώτον εις την χώραν, η οποία ήτο προηγουμένως υπό την εξουσίαν του Φιλίππου, και εκυρίευσεν εξ εφόδου την Ειδομενήν, ενώ εξ άλλου η Γορτυνία, η Αταλάντη και μερικά άλλα μέρη υπετάχθησαν δια συνθηκολογίας, λόγω συμπαθείας προς τον υιόν του Φιλίππου Αμύνταν, ο οποίος ηκολούθει την εκστρατείαν. Τον Ευρωπόν, εξ άλλου, επολιόρκησαν μεν, δεν ημπόρεσαν όμως να κυριεύσουν. Μετά τούτο ήρχισε προελαύνων και εις την άλλην Μακεδονίαν, την προς τ' αριστερά της Πέλλης και του Κύρρου. Νοτιώτερον όμως δεν επροχώρησε μέχρι Βοττιαίας και Πιερίας, αλλ' ήρχισε να ερημώνη την Μυγδονίαν, την Γρηστωνίαν και τον Ανθεμούντα. Οι Μακεδόνες, εξ άλλου, ούτε εσκέφθησαν καν ν' αντισταθούν δια του πεζικού, αλλά προσκαλέσαντες τους συμμάχους των της Άνω Μακεδονίας να ενώσουν το υπάρχον ήδη ιππικόν των, καίτοι ολίγοι εναντίον πολλών, ενήργησαν επελάσεις κατά του στρατεύματος των Θρακών, οπουδήποτε ενόμιζαν ότι παρουσιάζεται κατάλληλος ευκαιρία. Και οπουδήποτε μεν εγίνετο η πρώτη κρούσις, κανείς δεν ημπορούσε ν' αντισταθή εναντίον ιππέων,όχι μόνον γενναίων, αλλά και φερόντων θώρακα, αλλ' οσάκις περιεκυκλώνοντο υπό μεγάλου πλήθους, περιήρχοντο εις σοβαρόν κίνδυνον, λόγω του ότι αι εχθρικαί δυνάμεις ήσαν πολλαπλάσιαι,εις τρόπον ώστε τελικώς κρίνοντες, ότι δεν είναι εις θέσιν να επιχειρούν τοιαύτα τολμήματα απέναντι τόσης αριθμητικής υπεροχής, τα παρήτησαν. (Θουκυδίδης, Β 99-100)
Ο Θουκυδίδης αναφέρει επίσης ότι κατά την περίοδο του μεγάλου εμφύλιου πολέμου μεταξύ Πελοποννησίων και Αθηναίων emoticon smile ο γνωστός και ως «Πελοποννησιακός πόλεμος», ο οποίος μεταφέρθηκε ως ήταν επόμενο και στην Μακεδονία) βρήκαν την ευκαιρία οι βάρβαροι Ιλλυριοί και μερικά θρακικά βάρβαρα φύλα και εισέβαλαν στην Μακεδονία, για να την καταλάβουν, όμως τελικά αποκρούστηκαν από τους Μακεδόνες και με τη βοήθεια και των Πελοποννησίων, πρβ (σε νέα Ελληνική από τον εθνάρχη Ελ. Βενιζέλο): Εν τω μεταξύ, ο Βρασίδας και ο Περδίκκας εξεστράτευσαν από κοινού δια δευτέραν φοράν εις Λυγκηστίδα κατά του Αρραβαίου. Ο Περδίκκας είχεν υπό τας διαταγάς του την στρατιωτικήν δύναμιν των Μακεδόνων, όσοι ήσαν υπήκοοί του, καθώς και σώμα οπλιτών από τους εκεί κατοικούντας Έλληνας. Ενώ ο Βρασίδας ηγείτο, εκτός των Πελοποννησίων, που του έμεναν διαθέσιμοι, και αποσπασμάτων από την Χαλκιδικήν, την Άκανθον και τας άλλας πόλεις, αναλόγως της δυνάμεως καθεμιάς. Ο ολικός αριθμός των Ελλήνων οπλιτών ανήρχετο εις τρεις χιλιάδας περίπου, των Μακεδόνων δε και Χαλκιδέων ιππέων σχεδόν εις χιλίους. Ο επίλοιπος στρατός απετελείτο από μέγα πλήθος βαρβάρων. Όταν εισήλθαν εις το έδαφος του Αρραβαίου, ευρήκαν ότι οι Λυγκησταί ήσαν στρατοπεδευμένοι και τους επερίμεναν. Εστρατοπέδευσαν επομένως και αυτοί απέναντί των. Το πεζικόν των δύο στρατών κατείχε δύο λόφους, τον ένα απέναντι του άλλου, εις το μέσον δ' υπήρχε πεδιάς, εις την οποίαν κατέβη πρώτον το Ιππικόν και των δύο και συνεκρούσθησαν. Έπειτα οι Λυγκησταί οπλίται μαζί με το ιππικόν κατέβησαν πρώτοι από τον λόφον, έτοιμοι προς μάχην. Ο Βρασίδας και ο Περδίκκας προήλασαν και αυτοί αντιθέτως και επετέθησαν εναντίον των Λυγκηστών, τους οποίους έτρεψαν εις φυγήν και από τους οποίους εφόνευσαν πολλούς, ενώ οι λοιποί διέφυγαν προς τα υψώματα, όπου έμειναν αδρανούντες. Μετά τούτο, αφού έστησαν τρόπαιον, έμειναν εκεί δύο ή τρεις ημέρας, περιμένοντες τους Ιλλυριούς, οι οποίοι επρόκειτο να έλθουν ακριβώς τότε ως μισθοφόροι του Περδίκκα. Ο τελευταίος, μετά την πάροδον των ημερών αυτών, ήθελε να προελάση εναντίον των χορίων του Αρραβαίου και να μη μένη αδρανής. Ο Βρασίδας, εν τούτοις, ήτο ανήσυχος δια την Μένδην και εφοβήτο μήπως πέση εάν οι Αθηναίοι, καταπλεύσουν εκεί προ της επιστροφής του. Δια τον λόγον αυτόν, και διότι άλλωστε οι Ιλλυριοί δεν είχαν φθάσει ακόμη, δεν είχε καμμίαν όρεξιν να προελάση, αλλ' ήθελε τουναντίον να επιστρέψη.
Αλλ' ενώ συνεζήτουν τας αντιθέτους γνώμας των, ήλθε και η είδησης ότι οι Ιλλυριοί εγκατέλειψαν προδοτικώς τον Περδίκκαν και ηνώθησαν με τον Αρράβαιον, εις τρόπον ώστε και οι δύο πλέον ήσαν της γνώμης να αποσυρθούν, διότι εφοβούντο τους Ιλλυριούς, οι οποίοι είναι έθνος πολεμικόν. Αλλ' ένεκα της διαφωνίας των δύο δεν είχε ληφθή ωρισμένη απόφασις δια την ώραν της αναχωρήσεως. Και όταν ενύκτωσε, εις από τους ανεξηγήτους εκείνους πανικούς, εις τους οποίους υπόκεινται μεγάλοι στρατοί, κατέλαβεν αμέσως τους Μακεδόνας και το πλήθος των βαρβάρων («οι μεν Μακεδόνες και το πλήθος των βαρβάρων ευθύς φοβηθέντες, όπερ φιλεί μεγάλα στρατόπεδα»), και επειδή ενόμισαν ότι οι επερχόμενοι εχθροι ήσαν πολλαπλάσιοι, από ό,τι πραγματικώς ήσαν και ότι φθάνουν από στιγμής εις στιγμήν, ετράπησαν αιφνιδίως εις φυγήν, κατευθυνόμενοι εις τα ίδια. Και επειδή τα δύο συμμαχικά στρατόπεδα ήσαν εις μεγάλην απόστασιν το εν από το άλλο, ηνάγκασαν τον Περδίκκαν, όταν εννόησε τι τρέχει (διότι κατ' αρχάς δεν είχεν αντιληφθή τίποτε), ν' απέλθη χωρίς να ίδη τον Βρασίδαν. Όταν κατά τα εξημερώματα έμαθεν ο Βρασίδας την εσπευσμένην αναχώρησιν των Μακεδόνων και την επικειμένην άφιξιν των προελαυνόντων Ιλλυριών και του Αρραβαίου, απεφάσισε και αυτός ν' απέλθη αμέσως, και εσχημάτισε τους οπλίτας του εις τετράγωνον, τοποθετήσας τους ψιλούς στρατιώτας εις το μέσον. Τους νεωτέρους στρατιώτας έταξεν εις τρόπον ώστε να εξέρχονται από το τετράγωνον προς απόκρουσιν του εχθρού, οπουδήποτε ήθελεν επιτεθή, και ο ίδιος ετάχθη κατά την υποχώρησιν εις την οπισθοφυλακήν επί κεφαλής τριακοσίων επιλέκτων ανδρών, με τον σκοπόν ν' αμύνεται, αποκρούων την εχθρικήν εμπροσθοφυλακήν.

Και πριν οι εχθροί πλησιάσουν, απηύθυνε βιαστικά εις τους στρατιώτας του τους επομένους προτρεπτικούς λόγους: "Αγαπητοί Πελοποννήσιοι, εάν δεν υπώπτευα ότι είσθε τρομαγμένοι, και διότι εμείνατε μόνοι, και διότι οι επερχόμενοι εναντίον μας είναι βάρβαροι («ει με μη υπωπτευον, άνδρες Πελοποννήσιοι, νομή τε μεμνωσθε και ότι οι βάρβαροι οι επιόντες και πολλοί έκπληξιν έχειν») και πολλοί, θα περιωριζόμην εις τους συνήθεις προτρεπτικούς λόγους, χωρίς να θελήσω, όπως τώρα, να κάμω και τον διδάσκαλον. Τώρα όμως που εγκατελείφθημεν από τους συναγωνιστάς μας και ευρισκόμεθα ενώπιον πολυαρίθμων εχθρών, θα προσπαθήσω με ολίγας υπομνήσεις και παραινέσεις να σας διαφωτίσω μερικά σπουδαιότατα σημεία. Ισχυρίζομαι, τωόντι, ότι πρέπει να δεικνύεσθε ανδρείοι εις τον πόλεμον όχι απλώς όταν τύχη να έχετε συμμάχους εις το πλευρόν σας, αλλά δια την έμφυτον γενναιότητά σας, και να μη σας ανησυχή οσονδήποτε μεγάλος αριθμός εχθρών, αφού άλλωστε δεν ανήκετε εις πολιτείας, όπου οι πολλοί κυβερνούν τους ολίγους αλλ' αντιθέτως εις πολιτείας, όπου οι περισσότεροι κυβερνώνται από τους ολιγωτέρους, οι οποίοι την επικράτησίν των οφείλουν εις την πολεμικήν των υπεροχήν. Ως προς τους βαρβάρους, εξ άλλου, τους οποίους φοβείσθε τώρα, διότι δεν τους γνωρίζετε, η ιδική σας πείρα από τας τελευταίας συγκρούσεις προς τους βαρβάρους της Μακεδονίας, όσα εγώ συμπεραίνω και όσα εξ ακοής γνωρίζω, πρέπει να σας πείσουν ότι δεν είναι τρομεροί. Διότι, οσάκις εχθρική δύναμις, που φαίνεται ισχυρά, είναι πράγματι ασθενής, ασφαλής περί αυτής πληροφορία, την οποίαν εγκαίρως αποκτούν οι αντίπαλοί της, καθιστά τους τελευταίους περισσότερον θαρραλέους, ενώ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι απέναντι πραγματικώς ισχυρού εχθρού επιτίθεται κανείς με μεγαλυτέραν τόλμην, εάν δεν γνωρίζη εκ των προτέρων την δύναμίν του. Οι Ιλλυριοί, δι' εκείνους που δεν τους γνωρίζουν, είναι αληθώς φοβεροί, όταν τους βλέπη κανείς επερχομένους…... (Θουκυδίδης Δ 124 – 126)
Η μάχη της Χαιρώνειας 338 π.Χ.
Την 7η Αυγούστου, του έτους 338 π.Χ., οι Θηβαίοι, έχοντας σύμμαχο τους την Αθήνα, συνάντησαν στη Χαιρώνεια το στρατό του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Β’. Μετά από μακρά και σκληρή μάχη, ο Μακεδονικός στρατός βγήκε νικητής. Όλοι οι άνδρες του Ιερού Λόχου των Θηβαίων που δεν είχαν ηττηθεί μέχρι τότε σκοτώθηκαν. Όλοι ενταφιάστηκαν στο σημείο που έπεσαν και προς τιμήν τους οι Θηβαίοι έστησαν ένα πέτρινο λιοντάρι. Το 336 π.Χ., μετά από συνεχείς διαδόσεις για τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι Θηβαίοι βοηθούμενοι από την Αθήνα, με χρήματα και όπλα, μπήκαν στην πόλη, αλλά δεν μπόρεσαν να καταλάβουν τα Κάδμεια. Αμέσως συγκάλεσαν γενικό συμβούλιο και μίλησαν να ελευθερώσουν την πόλη, όπως το είχε επιτύχει ο Πελοπίδας πενήντα χρόνια πριν. Οι κάτοικοι δέχθηκαν και έκαναν ψήφισμα στο οποίο απεφάσισαν την ανεξαρτησία της Θήβας. Προσπάθειες όμως για να εκδιώξουν την φρουρά απέτυχαν. Έστειλαν επίσης πρέσβεις στην Αρκαδία και άλλες πόλεις και τους κάλεσαν να ενωθούν μαζί τους. Δυστυχώς όμως γι' αυτούς, καμία άλλη δεν δέχθηκε. Κατά την διάρκεια όλων αυτών, ο Αλέξανδρος ήταν στην Ιλλυρία. Με αστραπιαία ταχύτητα, έφθασε στην Θήβα , αλλά δεν επιτέθηκε στην πόλη αμέσως, ελπίζοντας ότι θα παραδοθούν. Έκανε προκήρυξη στους Θηβαίους να παραδώσουν τους δύο αρχηγούς τους και αυτός θα έδινε χάρη στους υπόλοιπους. Οι Θηβαίοι με την σειρά τους, απαίτησαν να τους παραδώσει τους στρατηγούς Αντίπατρο και Φιλώτα, για εγγύηση. Μετά από αυτά, ο Αλέξανδρος περικύκλωσε την πόλη με λιθοβολητικές μηχανές και ήταν έτοιμος να επιτεθεί , αλλά ακόμη περίμενε μήπως και αλλάξουν γνώμη. Μετά όμως από λογομαχίες Θηβαίων, οι οποίοι βρισκόταν έξω από τα τείχη μπροστά στην πύλη έτοιμοι να υπερασπισθούν την πόλη τους, και των ανδρών του στρατηγού Πέρδικα, η μάχη άναψε. Οι Θηβαίοι πολέμησαν γενναία, αλλά αναγκάστηκαν τελικά να επιστρέψουν μέσα στα τείχη. Οι Μακεδόνες όρμησαν θυελλωδώς στην πόλη, σκοτώνοντας περισσότερους από έξη χιλιάδες. Τριάντα χιλιάδες πουλήθηκαν δούλοι. Η Μακεδονική απώλεια ήταν πεντακόσιοι άνδρες. Η πόλη λεηλατήθηκε και κάηκε, εκτός από τους ναούς και το σπίτι του Πίνδαρου. Είκοσι χρόνια αργότερα, το 316 π.Χ., ο Κάσσανδρος ξανάχτισε την πόλη, η οποία όμως δεν έπαιξε μεγάλο ρόλο αυτή την φορά στις υποθέσεις της Ελλαδος.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ........

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου