Βέβαια, «νοήμων (Eννους)» σύμφωνα με τον Πρόκλο, στο «Εις τον Τίμαιο Πλάτωνος», τόμος Ε' (συνέχεια), σ. 346.13 - 17», «είναι μόνον "O τoν θατέρου κύκλον oρθώσας, τον δε ταυτου λύσας", και αυτός σε κάθε περίπτωση θα είναι εκείνος που απελευθέρωσε τον Προμηθέα τον οποίο έχει μέσα του δεμένο λόγω του Επιμηθέα. Γιατί έχει δεθεί λόγω της συμπαράταξης του με το άλογο μέρος, το οποίο ακριβώς λέγεται ότι διευθετεί εκείνος ο Επιμηθέας».
Μάλιστα ο Πρόκλος, στο «Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας, τόμος Ε', 87.22 - 88.30», αναφέρει πως εκείνος ο πλατωνικός μύθος, στον «Πρωταγόρα, 320.c - 322.d», λέει ότι ο Προμηθέας, όταν διακοσμούσε το ανθρώπινο γένος και λάμβανε πρόνοια για την λογική ημών ζωή, «Ινα μη βαπτισθεισα χθονος οιστροις και ταις της φύσεως ανάγκαις» [για να μην βυθιστεί στα πάθη της χθονός και για να μην φθαρεί από τους καταναγκασμούς της Φύσεως η φύσις ημών], εξάρτησε τη Φύση από τις τέχνες[4] και αυτές ως μιμήσεις του νου τις προέβαλε στις ψυχές που παίζουν, και «δια τούτων ανεγειραι [ανεβάζει] το γνωστικον ημων και διανοητικον εις την των Ειδων θεωρίαν» [και δια αυτών ανεβάζει την γνωστική και διανοητική ικανότητά μας στην θέαση των Ιδεών][5]. Ενώ ο Πλάτων, στον «Φίληβο, 16.c», μας λέγει ότι η διαλεκτική «δόθηκε στους ανθρώπους από τους θεούς μέσω του Προμηθέα μαζί με το εκτυφλωτικό πυρ - δια Προμηθέως ηκειν τοις ανθρώποις εκ θεων αμα φανοτάτω πυρι» - την μετάδοση μάλιστα την από τους θεούς προς εμάς την ονόμαζε «ρήψη». Την διαλεκτική που είναι ο θριγκός των μαθήσεων που μας ανυψώνει στην μία και μόνη αιτία των όλων : στο Αγαθό. Διαλεκτική[6] για την οποία ο Πρόκλος, στο «Εκ των σχολίων εις τον Κρατύλο του Πλάτωνος εκλογαί χρήσιμοι, 2. 1 - 10», μας λέγει ότι αρμόζει μόνο σε όσους έχουν αποκαθάρει τελείως τη διάνοιά τους, που έχουν εκπαιδευτεί με τα μαθηματικά, που έχουν δια των αρετών αποκαθάρει το νεαροπρεπές την ηθών τους και απλά και γνησίως & και ικανώς φιλοσοφούν.
Πέραν αυτών ο Πρόκλος, στο «Εις τας Πλάτωνος Πολιτείας Υπόμνημα, τόμος Β' [συνέχεια], 52.20 - 53.18», μας λέγει πως για τις ψυχές υπάρχει μια οδός (πορεία) από του «νοητου προς το νοητον και απο γενέσεως επι γένεσιν». Η μία από αυτές έχει ανατεθεί στους ανάγωγους [ανυψωτικούς] θεούς και η άλλη στους γενεσιουργούς, και όσον αφορά τους Αγγέλους, οι μεν «λύουσιν την υλην» και οι άλλοι «τοις των καθόδων εφόροις». Όπως όμως υπάρχουν θεϊκοί ηγεμόνες για κάθε μία, έτσι πρέπει να νοήσουμε έναν και μοναδικό θεό που προΐσταται της καθόδους και της ανόδου, της ευγονίας και της δυσγονίας της διπλής εν τη γενέσει ζωής. Ο θεός αυτός δεν είναι άλλος από τον Προμηθέα, για τον οποίο ο Πλάτων, στον «Πρωταγόρα, 320.c - 322.d», λέει ότι είναι ο έφορος της ανθρώπινης ζωής, ενώ ο Επιμηθέας της αλόγου φύσεως. Ο Προμηθέας τον οποίο οι Ορφέας & Ησίοδος παρουσιάζουν - δια της κλοπής του πυρός και της στον άνθρωπο δόσεως - να κατεβάζει την ψυχή από το νοητό εις την γένεσιν, καθώς κανονίζει ως κύριος της ανθρώπινης περιόδου [ζωής] τις καλύτερες ή χειρότερες γενέσεις.
Συνεχίζοντα θα πούμε ότι όπως εξηγεί ο Πρόκλος, στο «Εις τον Τίμαιο Πλάτωνος», τόμος Ε' (συνέχεια), σ. 329.13 - 330.10», ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 43.a.6 - 44.c.4» μας παραδίδει ότι ολόκληρη η ταραχή της ψυχής οφείλεται σε δύο αιτίες, στην θρεπτική και στην αισθητική ζωή. Αυτές είναι το ορεκτικό [επιθυμητική δύναμη] και η γνωστική δύναμη ολόκληρου του άλογου μέρους της ψυχής, δυνάμεις στις οποίες συνηθίζουμε να διαιρούμε όλες τις δυνάμεις της ψυχής, λέγοντας ότι άλλες είναι ζωτικές και άλλες γνωστικές. Αυτά είναι τα αίτια της ταραχής των ψυχών : η κίνηση της θρεπτικής δύναμης της ψυχής και τα πλήγματα που δέχεται η αίσθηση.
Μαζί με τη θρεπτική δύναμη, μας λέγει ο Πρόκλος στο «Εις τον Τίμαιο Πλάτωνος», τόμος Ε' (συνέχεια), σ. 333.3 - 330.10», η αίσθηση ταράζει και θορυβεί τις περιφορές της αθάνατης ψυχής και εμποδίζει την περιφορά του «Ταύτου» και κλονίζει την περιφορά του «Θατέρου». Γιατί, καθώς μέσα στην ψυχή οι κύκλοι είναι δύο κατά μίμηση των θεϊκών ψυχών, ο κύκλος που είναι «ο των νοητων θεατής» και που είναι ο «διανοητικός», σταματά απλά και μόνο την ενέργειά του χωρίς να υφίσταται καμία διαστροφή [διαστρέβλωση]. Ο κύκλος, όμως, ο «δοξαστικος» δεν σταματά απλά και μόνο την ενέργειά του αλλά διαστρέφεται [διαστρεβλώνεται] κιόλας, και δικαιολογημένα. Γιατί είναι δυνατόν να δογματίζει κανείς εσφαλμένα, δεν είναι όμως δυνατόν να έχει κανείς «επιστήμη» εσφαλμένα.
Τι είναι, όμως, αυτό που κάνει «ευδαίμονα την ολην ημων ζωήν» ;; Άραγε δεν είναι το να έχε η λογική την αρετή που της ταιριάζει ;; Ασφαλώς θα συμφωνήσουμε. Αν όμως είναι «ευδαιμον» και το «το ολον ημων» [σύνολό μας] όταν «το εν ημιν κράτιστον» [κυρίαρχο] είναι τέλειο, τι μας εμποδίζει να είμαστε όλοι άνθρωποι ευδαίμονες, αν το κυρίαρχο μέρος μας «αει νοει και αει προς τοις θείοις εστίν»;; Γιατί, αν αυτό το μέρος είναι ο νους, δεν έχει καμία σχέση με την ψυχή. Αν είναι μέρος της ψυχής, θα είναι ευδαίμων και η υπόλοιπη ψυχή.
Και ποιος είναι ο ηνίοχος της ψυχής ;; Άραγε δεν είναι το «χαριέστατον» και «κεφαλαιωδέστατον ημων» ;; Και πώς δεν πρέπει να πούμε αυτό, εφόσον ο ηνίοχος είναι αυτός που κυβερνά ολόκληρη την ουσία μας και «τον υπερουράνιον τόπον ορων» και εξομοιώνεται με τον «μέγαν ηγεμόνα» των θεών, ο οποίος «οδηγεί ιπτάμενο - πτηνον ελαύνοντα» άρμα και «πορεύεται στον ουρανό ως πρώτος ηνίοχος - πρωτον Ηνίοχον εν ουρανω πορευόμενον»;; Αν όμως το «το εν ημιν κράτιστον» [κυρίαρχο] είναι ο ηνίοχος, και αν αυτός, όπως λέγεται στον «Φαίδρο, 248.a», άλλοτε «μετέωρος φέρεται» [σηκώνεται] και «υψώνει το κεφάλι προς τον εξωτερικό τόπο - αιρει την κεφαλην εις τον εξω τόπον» και άλλοτε βυθίζεται και γεμίζει το άρμα του με χωλότητα και πτώση των φτερών, είναι φανερό το τι προκύπτει από αυτά, ότι δηλ. είναι ανάγκη «το εν ημιν κράτιστον» [κυρίαρχο] να βρίσκεται κάθε φορά σε διαφορετική κατάσταση.
Μετά από αυτά, λοιπόν, δικαιολογημένα έχει ειπωθεί, από τον Πλάτωνα, ότι η περιφορά του «Ταύτου» εμποδίστηκε «να κυβερνά και να προχωρεί - Αρχουσαν και ιουσαν». Γιατί έχει διττή τελειότητα, πρακτική και θεωρητική, και έχει χάσει και τις δύο. Γιατί δεν μπορεί να κυβερνά όσα υπάγονται σε αυτήν λόγω της άστατης κίνησής τους, ούτε μπορεί να προχωρά, δηλ. να νοεί. Γιατί ενέργεια της περιφοράς είναι «το ιέναι» [η πορεία] και ενέργεια της διανοητικής περιφοράς είναι η διανοητική πορεία [το διανοητικως ενεργειν]. Οι αισθήσεις, λοιπόν, οι οποίες την πλήττουν και «εναντία ρέουσαι», υπό την έννοια ότι κινούνται [πορεύονται] από έξω προς τα μέσα, εμποδίζουν την «νοητήν» πορεία. Η περιφορά, λοιπόν, του «Ταύτου» έχει απογυμνωθεί και από τα δύο, και από την πράξη και από την θεωρία.
Καθώς, λοιπόν, υπάρχει μέσα μας μια τριπλή σειρά, «κατα την ουσίαν, κατα την δύναμιν, κατα την ενέργειαν», η ουσία παραμένει απολύτως ίδια, και ως ουσία και ως ζώσα και ως νοητική. Γιατί, καθώς είναι εικόνα του νου, είναι νοητική, όπως ακριβώς και η πρώτη εικόνα της ψυχής είναι έμψυχη. Οι δυνάμεις, όμως, στην περίπτωση της διάνοιας έχουν εμποδιστεί, ενώ στην περίπτωση της δοξασίας κλονίζονται, και επειδή ακριβώς οι δυνάμεις αντιστοιχούν στις ζωές, η μία ζωή εμποδίζεται και η άλλη κλονίζεται. Γιατί η ζωή της ουσίας είναι αεικίνητος. Οι ενέργειες της διάνοιας έχουν αφαιρεθεί, ενώ της δοξασίας διαστρεβλώθηκαν. Επειδή, μάλιστα, οι ενέργειες της διάνοιας αντιστοιχούν στο νοητικό μέρος είναι φανερό ότι στερούν από την ψυχή τη νόηση. Άρα η ουσία είναι πάντα ζωντανή και αεικίνητη, ενώ οι δυνάμεις και οι ενέργειες λαθεύουν όσον αφορά τη ζωή και τον νου.
Το δοξαστικό μέρος της ψυχής, λοιπόν, διαστρέφεται από τις αισθήσεις, αναπτύσσει ψευδείς δοξασίες και χωρίζεται σε πολλά μέρη (γιατί αυτό είναι ο κύκλος του Θατέρου μέσα στον οποίο γεννιούνται δοξασίες και πίστεις, όπως έχει ειπωθεί και για την ψυχή του Κόσμου). Γίνεται, λοιπόν, γεμάτο από ψευδείς δοξασίες, γιατί διαμελίζεται μαζί με τις αισθήσεις και διχογνωμεί με τον εαυτό του. Και όλα αυτά τα πάθη ανήκουν στις δυνάμεις και στις ενέργειες της ψυχής, ενώ η ουσία της είναι αδιάλυτη, εκτός «από αυτόν που την συνέδεσε», όπως λέει ο ίδιος ο Πλάτων.
Για αυτό και ο Πλάτων είπε ότι «οι περιφορές παθαίνουν αυτά και άλλα τέτοια», εννοώντας τις περιφορές που βρίσκονται μέσα στον κύκλο του «Θατέρου» και που είναι επτά, αφού η περιφορά του κύκλου του «Ταύτου» ήταν μία και έχει παρεμποδιστεί.
Ενώ, ως προείπαμε, νοήμων (εννους) είναι «μόνον "ο των θατέρου κύκλον ορθώσας, τον δε ταυτου λύσας", και αυτός σε κάθε περίπτωση θα είναι εκείνος που απελευθέρωσε τον Προμηθέα τον οποίο έχει μέσα του δεμένο λόγω του Επιμηθέα. Γιατί έχει δεθεί λόγω της συμπαράταξης του με το άλογο μέρος, το οποίο ακριβώς λέγεται ότι διευθετεί εκείνος ο Επιμηθέας».
Έτσι, λοιπόν, οι περιφορές - περίοδοί μας προκόβουν σύμφωνα με τη φύση και «κάνουν αυτόν που τις έχει να γίνεται φρόνιμος». Και δικαιολογημένα ο Πλάτων είπε «να γίνεται», επειδή οι περιφορές - περίοδοι κινούνται με φυσικό τρόπο, όταν κανείς γίνεται από αυτές φρόνιμος.
Ο Πλάτων, λοιπόν, στον «Φαίδρο, 247.c +», εξηγεί ο Πρόκλος στο «Εις τον Τίμαιο Πλάτωνος», τόμος Ε' (συνέχεια), σ. 348.29 - 349.22», παρουσίασε την ευδαίμονα ζωή της ψυχής, κατά την οποία η ψυχή «συμπεριπολουσα τος θεοις» επί «τον υπερουράνιον ανατρέχει τόπον και θεαται αυτην δικαιοσύνην, αυτην σωφροσύνην και εκάστην των θείων αρετων». Και πάλι σιγά-σιγά από εκείνη την κορυφαία ευδαιμονία & μακαριότητα την οδήγησε στην κατάσταση όπου άλλοτε υψώνει το κεφάλι της πάνω από τον νοητό ουρανό, στον υπερουράνιου τόπο, και άλλοτε μπαίνει μέσα στον νοητό ουρανό, και από αυτά με ύφεση [υποβάθμιση] «εις το μηδεν ορωσαν οτι συνέπεσθαι δια συνήθειαν» [στο να μη βλέπει τίποτα και στο να ακολουθεί από συνήθεια]. Γιατί «η εις γένεσιν πτωσις» δεν συμβαίνει ευθύς από το νοητό και «αθρόως» [μεμιάς], αλλά προοδεύει μέσα από πολλά ενδιάμεσα στάδια.
Μάλιστα στο Ησιόδειο έργο «Έργα και Ημέρες, σ. 57-58» βλέπουμε τον Δία να λέγει ότι «στους ανθρώπους αντί πυρός θα δώσω κακό, που όλοι θα το έχουν κρυφή χαρά, ενώ θα σφιχταγκαλιάζουν το κακό τους - τοις δ" εγω αντι πυρος δώσω κακόν, ω κεν απαντες τέρπωνται κατα θυμον εον κακον αμφαγαπωντες» : δηλαδή στους ανθρώπους που υποδέχτηκαν την άνωθεν κλαπείσα ψυχή που έπεσε εδώ κάτω, θα δώσει κακό, την Πανδώρα, δηλαδή την άλογη ζωή, με την οποία θα χαίρονται και θα ζούνε αγαπώντας το κακό τους. Γιατί η αλογία είναι κακό για την λογική. Είναι όμως αναγκαία, προκειμένου η ψυχή να μην επικοινωνεί άμεσα με το σώμα!
Peter Cornelius
Ο Πλάτων, όμως, στον «Τίμαιο, 44.b», αφού παρουσίασε περιστασιακά τα πάθη της ψυχής που έπεσε «εις γένεσιν», «τας στροφας και τας κλάσεις και τους οχετους», θέλει σιγά-σιγά να την επαναφέρει στη νοητική και κατά φύση ζωή. Εκεί, όμως, στον «Φαίδρο, 248.e +», όταν σταματούσε τα καλύτερα και τα αγαθά που χορηγούνταν από τον νου και τους θεούς, παρεισέφρεαν τα χειρότερα, «χωλεία και πτερορρύησις και λήθη και συντυχία και βαρύτης» [η χωλότητα, η πτώση των πτερών της ψυχής, η λήθη, η ατυχία και η βαρύτητα]. Στον «Τίμαιο», όμως, όταν σταματούν τα χειρότερα, αμέσως, σύμφωνα με τη φύση, αναιρούνται τα εμπόδια από την ύλη και εμφανίζονται τα ανώτερα, η «τάξις και λόγος και η λελογισμένη και εμφρων κατάστασις». Γιατί οι ίδιοι, μόλις προχωρήσουμε σε ηλικία, γινόμαστε πιο φρόνιμοι και, αφού γίνουμε πιο λογικοί, κατακτάμε την ομαλή και τακτική ζωή, υπό την καθοδήγηση της φύσης.
Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι το με εντολή του Διός χειροπόδαρα δέσιμο του Προμηθέα με τα των «αδαμαντίνων δεσμων» από το Κράτος και την Βία - σε «τηλουρον πέδον» επί το όρος Καύκασος - σηματοδοτεί το εξής γεγονός : κατά την «είσκριση[7]» της η νοητική ψυχή (αυτό που λέμε αθάνατο μέρος του ανθρώπου ή νου/λογιστικό της ψυχής) στο από τους εγκόσμιους θεούς δημιουργούμενο «οστρεωδες» [οστρακοειδές] ορατό & οργανικό σώμα ταράζεται, λόγω δηλ. της πτώσης της «εις γένεσιν», η περιφορά του κύκλου του «Ταύτου» δένεται, δηλ. οι ενέργειες της διανοίας της ψυχής εμποδίζονται στο «να κυβερνούν και να προχωρούν», ενώ της δοξασίας, δηλ. η περιφορά του κύκλου του «Θατέρου», δεν σταματούν απλά και μόνο την ενέργειά τους αλλά διαστρέφονται [διαστρεβλώνονται] : και αυτά κατά την έννοια ότι η ψυχή μετέχει και άλογης ζωής προκειμένου να μην επικοινωνεί άμεσα με το σώμα. Επειδή, μάλιστα, οι ενέργειες της διάνοιας αντιστοιχούν στο νοητικό μέρος είναι φανερό ότι η ψυχή στερείτε τη νόηση. Επακόλουθο είναι το ότι η ψυχή στερείται και την φυσική και άτεχνη μαντική, καθώς το του επιθυμητικούς μέρους της ψυχής κάτοπτρο, δηλ. το ήπαρ, δεν δέχεται πλέον νοητικά σύμβολα από τον νου. Ως εκ τούτου καθίσταται έρμαιο ειδώλων και φαντασμάτων που δεν μπορεί από μόνο του να κατανοήσει.
Άλλωστε όπως λέγει ο Δαμάσκιος, «Στο σχόλιο στον πλατωνικό Φαίδωνα, 130. 1 - 5» λέγει : «Κορικως μεν εις γένεσιν κάτεισιν η ψυχή, Διονυσιακως δε μερίζεται υπο της γενέσεως, Προμηθείως δε και Τιτανικως εγκαταδειται τω σώματι. λύει μεν ουν εαυτην ηρακλείως ισχύσασα, συναιρει δε δια Απόλλωνος και τας Σωτείρας Αθηνας καθαρτικως τω οντι φιλοσοφουσα, ανάγει δε εις τα οικεια αιτια εαυτην μετα της Δήμητρος». Δηλαδή η ψυχή κατέρχεται «εν τη γενέσει» κατά τον τρόπο της Κόρης, μερίζεται (διασπάται) «εν τη γενέσει» κατά τον τρόπο του Διονύσου, δένεται με το σώμα κατά τον τρόπο του Προμηθέα και των Τιτάνων, απελευθερώνεται αποκτώντας την δύναμη του Ηρακλή και συμμαζεύεται με τον Απόλλωνα και με την Σώτειρα Αθηνά καθάρεται, ενώ με την όντως Φιλοσοφία, ανάγεται στα αίτια της με την Δήμητρα.
Κατά αυτή την έννοια λέμε ότι η πορείας της ψυχής περιγράφεται & αντιστοιχεί στους κάτωθι μύθους: η άνοδος και η κάθοδος της από τον μύθο της Κόρης και της Δήμητρας, ο δε εγκλωβισμός και η απελευθέρωση της από τον μύθο του Προμηθέα που αλυσοδένεται και εν συνεχεία απελευθερώνεται από τον Ηρακλή, τέλος, ο Διαμελισμός και επαν-ολοκλήρωση της ψυχής από τον μύθο του κατακερματισμού του Διόνυσου Ζαγρέα και τον από-κερματισμό του από τον Απόλλων και την Αθηνά Σώτειρα.
Δηλαδή τον επίμαχο μύθο του Προμηθέα, έτσι όπως το πραγματεύεται ο δε Αισχύλος στην τραγωδία του «Προμηθέας δεσμώτης», ο Ησίοδος στα «Έργα και Ημέρες» και ο Πλάτων στον «Πρωταγόρα, 320.d - 322.d», τον πραγματεύεται ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 42.e.2 -44.d.9», αυτή την φορά ως εξήγηση και θεωρία φιλοσοφική & θεολογική.
Ενώ το θέμα της τραγωδίας του Αισχύλου «Προμηθέας Λυόμενος» και «Προμηθέας Πυρφόρος», το πραγματεύεται ο Πλάτων στον «Φαίδρο, 245.b - 253.c», αυτή την φορά ως εξήγηση και θεωρία φιλοσοφική & θεολογική.
Πιο αναλυτικά :
Εκ των Ησιόδειων έργων «Θεογονία» [σ. 116 - 514] & «Έργα και Ήμερες» [σ. 44 - 105] γνωρίζουμε ότι : ο Τιτάνας Ιαπετός[8], ο αδελφός του Ωκεανού, είναι υιός του Ουρανού και ης Γαίας. Ο Ιαπετός έσμιξε με την «καλλίσφυρον» Ωκεανίδα Κλυμένη, ή με την Τιτανίδα Θέμιδα, και γεννήθηκε ο «ποικίλος αιολόμητις» Τιτάνας Προμηθέας, ο Τιτάνας Επιμηθέας, ο Τιτάνας Άτλαντας κλπ. Ο Τιτάνας Άτλαντας - στο όρος Κυλλήνη της Αρκαδίας - έσμιξε με την Ωκεανίδα Πλειόνη ή Πληιόνη ή Αίθρα, την κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος, και γεννήθηκαν οι επτά Πλειάδες[9] : η Μαία, η Ταϋγέτη, η Ηλέκτρα, η Στερόπη (ή Αστερόπη), η Κελαινώ, η Αλκυόνη και η Μερόπη. Ο Τιτάνας Επιμηθέας έσμιξε με την Πανδώρα, την εκ γαίας και ύδατος πλασμένη από τον Ήφαιστο κατ' εντολή του Διός, και γεννήθηκε η θνητή Πύρρα. Ο Τιτάνας Προμηθέας έσμιξε με την Πλειάδα Κελαινώ [=μέλαινα] και γεννήθηκε ο Δευκαλίωνας. Ο Δίας ή ο Δευκαλίωνας έσμιξε με την Πύρρα και γεννήθηκε ο Έλλην - «γίνονται δε εκ Πύρρας Δευκαλίωνι παιδες Ελλην μεν πρωτος, ον εκ Διος γεγεννησθαι <ενιοι> λέγουσι» κατά τον Απολλόδωρο τον Αθηναίο [Μυθολογική Βιβλιοθήκη, τόμος Α', 1.49.1].
Το αυτό γεγονός, η γένεση του Έλληνα, μυθολογικά έλαβε χώρα, όπως μας λέγει ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος [Μυθολογική Βιβλιοθήκη, τόμος Α΄, 1.47. 1 - 4], μετά την καταστροφή του χάλκινου γένους[10] και ταυτόχρονα με την ακολουθούμενη εκ του Διός δημιουργία του ιερού γένους των Ηρώων[11] (που διήρκεσε οκτώ γενιές μέχρι τα Τρωικά), άλλωστε όπως λέγει ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος [Μυθολογική Βιβλιοθήκη, 1.50.1] ο Έλλην «αφ' αυτου τους καλουμένους Γραικους προσηγόρευσεν Ελληνας».
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου